Εισαγωγή Οδηγίες / Προδιαγραφές Άρθρα / Δημοσιεύσεις Εξοπλισμός Υλικά / Πρόσμικτα Videos / Gallery Βιβλιογραφία / Links


Γενικές πληροφορίες για το ΕΚΤΟΞΕΥΟΜΕΝΟ ΣΚΥΡΟΔΕΜΑ

Το εκτοξευόμενο σκυρόδεμα (sprayed concrete, shotcrete ή gunite) είναι σκυρόδεμα λεπτής διαβάθμισης αδρανών που σκυροδετείτε με εκτόξευση. Το εκτοξευόμενο σκυρόδεμα έχει περισσότερες εφαρμογές σε επισκευές, γιατί:

(α) Διαστρώνεται σε επιφάνειες οποιαδήποτε κλίσης ακόμη και σε επιφάνειες ορόφων, χωρίς τη χρήση ξυλότυπων.

(β) Έχει υψηλή θλιπτική αντοχή εξαιτίας του χαμηλού υδατοσυντελεστή Ν/Τ και εξαιτίας της εξαιρετικής συμπύκνωσης λόγω της μεγάλης ταχύτητας εκτόξευσης.

(γ) Επιτυγχάνεται πολύ καλή πρόσφυση με το υλικό της βάσης λόγω της μεγάλης ταχύτητας εκτόξευσης και λόγω της μεγάλης ικανότητας διείσδυσης των κόκκων των αδρανών.

(δ) Η εγκατάσταση είναι κινητή και έτσι επιτυγχάνεται σκυροδέτηση σε δυσπρόσιτες θέσεις.   

 Χρειάζεται όμως το συνεργείο να έχει πλήρη γνώση και εμπειρία της τεχνικής της διάστρωσης του εκτοξευόμενου σκυροδέματος και τα κατάλληλα υλικά και μηχανήματα.

Διαδικασίες ανάμιξης: Στην πράξη χρησιμοποιούνται δύο διαδικασίες ανάμιξης, η ξηρή και η υγρή ανάμιξη. Στην περίπτωση της ξηρής ανάμιξης γίνεται ανάμιξη μόνο των ξηρών συστατικών του σκυροδέματος, ενώ η ανάμιξη με το νερό πραγματοποιείται τη στιγμή της εκτόξευσης. Στην περίπτωση της υγρής ανάμιξης γίνεται ταυτόχρονη ανάμιξη των ξηρών υλικών του σκυροδέματος με το νερό σε αναδευτήρα και εκτοξεύεται το έτοιμο ρευστό μίγμα. Και στις δύο περιπτώσεις το μίγμα (είτε ξηρό, είτε ρευστό) αντλείται από τον αναδευτήρα με τη βοήθεια αεροσυμπιεστή και μεταφέρεται μέσα σε εύκαμπτους σωλήνες στο κατάλληλο σημείο από όπου ψεκάζεται με τη βοήθεια ειδικών στομίων.

Με τη μέθοδο ξηρής ανάμιξης το σκυρόδεμα αποκτά υψηλότερες αντοχές και σε μικρότερο χρονικό διάστημα από ότι με την υγρά ανάμιξη. Επίσης, ο εξοπλισμός είναι «ευέλικτος» και το κόστος του είναι αρκετά χαμηλότερο από το αντίστοιχο κόστος της υγρής διαδικασίας. Σε αντίθεση με την ξηρή διαδικασία, στην υγρή η ποσότητα του νερού της ανάμιξης μετράται επακριβώς ενώ οι απώλειες υλικού κατά την εφαρμογή είναι σχετικά περιορισμένες.

 

Η σύνθεση του εκτοξευόμενου σκυροδέματος ακολουθεί αντίστοιχους κανόνες με αυτούς που ισχύουν για το συμβατικό έγχυτο σκυρόδεμα και εξαρτάται από τις κατασκευαστικές ανάγκες αλλά και από τον τρόπο με τον οποίο θα γίνει η εφαρμογή του. Έτσι για μικρό πάχος σκυροδέτησης επιλέγεται λεπτόκοκκη διαβάθμιση ενώ στην περίπτωση σκυροδέτησης στοιχείων μεγάλου πάχους επιλέγεται περισσότερο χονδρόκοκκη διαβάθμιση. Επίσης, το μέγεθος των αδρανών εξαρτάται από τη διάμετρο των σωλήνων μέσα στις οποίες μεταφέρεται το σκυρόδεμα και από τον τρόπο εκτόξευσης. Κατά την χρησιμοποίηση χονδρόκοκκών αδρανών αυξάνεται η ποσότητα του ανακλώμενου υλικού (άχρηστο υλικό), ενώ στην περίπτωση του λεπτόκοκκου υλικού η συστολή ξήρανσης είναι υψηλότερη. Αυτό αποτελεί και το βασικότερο λόγο για τον οποίο τα μέτρα συντήρησης (ίδια με αυτά που προβλέπονται για το συμβατικό σκυρόδεμα) πρέπει να τηρούνται σχολαστικά, ώστε να αποφευχθούν πιθανές ρηγματώσεις.

Ο υδατοσυντελεστής Ν/Τ παίρνει τιμές μεταξύ 0.30-0.50 για την ξηρή και 0.40-0.55 για την υγρή ανάμιξη.

Με αύξηση της ποσότητας τσιμέντου επέρχεται αύξηση της μέσης κυλινδρικής αντοχής του σκυροδέματος.

 

Στο μίγμα που θα εκτοξευθεί μπορεί να προστεθούν ειδικά πρόσμικτα όπως στεγανωτικά μάζας, μειωτές νερού, πλαστικοποιητές, σκληρυντές κ.ά. υλικά που θα διευκολύνουν τη σκυροδέτηση και θα βελτιώσουν τις τεχνικές ιδιότητες του υλικού. Ιδιαίτερα σημαντικοί είναι οι επιταχυντές πήξης οι οποίοι όμως ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά την τελική αντοχή του σκυροδέματος γι’ αυτό συνδυάζονται με ρευστοποιητές οι οποίοι μειώνουν το ποσοστό του νερού στο μίγμα με συνέπεια την αύξηση της αντοχής. Σε κάθε περίπτωση είναι σκόπιμο να γίνεται δοκιμαστική εκτόξευση μικρής ποσότητας σκυροδέματος στον τόπο του έργου.

 

Η επιτυχημένη εφαρμογή του εκτοξευόμενου σκυροδέματος εξαρτάται από ένα πλήθος παραγόντων, εκ των οποίων τα σημαντικότερα είναι:

- Οι προδιαγραφές του αεροσυμπιεστή πρέπει να είναι οι κατάλληλες ώστε να υπάρχει επαρκής παροχή και συμπίεση του αέρα.

- Χρειάζεται επιμελημένη προετοιμασία της επιφάνειας βάσης πριν γίνει η επαφή του νέου με το παλαιό σκυρόδεμα. Οι διαδικασίες έχουν ως εξής:

(α) Αφαίρεση του σαθρού σκυροδέματος και διαμόρφωση φωλεών και κοιλοτήτων, για τον καλύτερο εγκιβωτισμό του εκτοξευόμενου σκυροδέματος.

(β) Εκτράχυνση του παλαιού σκυροδέματος με εργαλεία λιθοξόων, με αμμοβολή ή υδροβολή.

(γ) Έκπλυση με άφθονο νερό υπό πίεση και στέγνωμα ώστε να μην μείνει νερό στην επιφάνεια.

- Ο χειρισμός της εκτόξευσης πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερη προσοχή από άτομα με εμπειρία. Ο χειριστής πρέπει να είναι σε θέση να ρυθμίζει ανάλογα με την περίπτωση τις παραμέτρους της εκτοξεύσεως, δηλαδή την ποσότητα του νερού, την ταχύτητα εξόδου του υγρού μείγματος, την απόσταση από την σκυροδετούμενη επιφάνεια, τη γωνία προσπτώσεως στο ελάχιστο του υλικού που ανακλάται, την κατεύθυνση σκυροδετήσεως κλπ.

Επειδή ο χειρισμός της εκτόξευσης είναι ίσως ο σημαντικότερος παράγοντας για την επιτυχή αποπεράτωση της διαδικασίας, η εμπειρία του χειριστή της μονάδας διαστρώσεως του εκτοξευόμενου σκυροδέματος πρέπει να προκύπτει από πιστοποιητικά εργασίας σε οργανισμούς ή εργοληπτικές εταιρείες που έχουν εκτελέσει αξιόλογα έργα με εκτοξευόμενο σκυρόδεμα.

Η χρήση του εκτοξευόμενου σκυροδέματος συνδυάζεται συνήθως με την ενίσχυση με νέους οπλισμούς και με τη στερέωση λεπτού δομικού πλέγματος εξωτερικώς για τη συγκράτηση του, ιδίως σε στρώσεις μεγάλου πάχους. Για το λόγο αυτό όταν η δέσμη εκτόξευσης συναντά οπλισμούς, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή έτσι ώστε το υλικό να παει καλά πίσω από τις ράβδους και να μην δημιουργούνται συσσωματώματα με αυτές.

            Προκειμένου να περιοριστούν οι ρηγματώσεις λόγω της υψηλής συστολής ξήρανσης και ταυτόχρονα να επιτευχθεί περιορισμός των δομικών πλεγμάτων γίνεται προσθήκη ινών στο εκτοξευόμενο σκυρόδεμα. Συνήθως χρησιμοποιούνται ίνες από χάλυβα (μέγιστο ποσοστό 2% κ.ο.), από προπυλένιο ή γιαλί (ποσοστό 1%-3% κ.ο.) μήκους μερικών εκατοστών και πάχους περίπου στο χιλιοστό. Όταν χρησιμοποιούνται χαλύβδινες ίνες γίνεται εκτόξευση ξηρής ανάμιξης ενώ στην περίπτωση που χρησιμοποιούνται ανόργανες ή οργανικές ίνες γίνεται συνήθως εκτόξευση υγρής ανάμιξης Eκτός από την αντοχή σε ρηγμάτωση και τη σκληρότητα της επιφάνειας, βελτιώνονται γενικά οι μηχανικές ιδιότητες του υλικού το οποίο αποκτά ομοιόμορφη συμπεριφορά προς όλες τις διευθύνσεις, εξοικονομείται ο οπλισμός και κατασκευάζονται λεπτότερες διατομές.